Αναστασία Λύρα
Γεννήθηκε το 1953 στην Καστοριά. Η βυζαντινή φυσιογνωμία και η ομορφιά της γενέθλιας πόλης και οι ποντιακές ρίζες του πατέρα της θα καθορίσουν τη χορευτική της ταυτότητα.
Μετά την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών της, έρχεται στην Αθήνα για να σπουδάσει στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης (1973-77), την πρώην Σχολή της Κούλας Πράτσικα.
Στη διάρκεια της τετραετούς της φοίτησης, η Αναστασία Λύρα θα έχει την τύχη να μαθητεύσει κοντά σε πολύ σημαντικούς δασκάλους, από τους οποίους ιδιαίτερη σημασία για τη διαμόρφωσή της είχαν η ίδια η Κούλα Πράτσικα στον αυτοσχεδιασμό και τη σύνθεση, η Ολυμπία Γελοδάρη στον κλασικό χορό, η Καίτη Ρωμανού στην ιστορία της μουσικής και η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα στην ιστορία της τέχνης.
Το 1978 αναχωρεί για να συνεχίσει τις σπουδές της στο Λονδίνο. Εκεί θα παραμείνει έως το 1980, παρακολουθώντας μαθήματα κλασικού χορού με τη Cleo Nordi και σύγχρονου χορού στο The Place.
Στη συνέχεια, σπουδάζει Ιστορία του Χορού στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης (N.Y. U.), από όπου το 1982 αποκτά δίπλωμα Master of Arts. Παράλληλα, παρακολουθεί μαθήματα σύγχρονου χορού στη σχολή του Erick Hawkins και σεμινάρια Ιδεοκίνησης με τον André Bernard και παρακολουθεί εντατικά τη χορευτική ζωή της πόλης που τότε ήταν το παγκόσμιο κέντρο του χορού.
Καθοριστική σημασία στην εξέλιξή της ως χορεύτριας και χορογράφου είναι η μαθητεία της κοντά στον Robert Ellis Dunn στο Columbia University αλλά και αλλού, στον αυτοσχεδιασμό, τη χορογραφία και την Laban Movement Analysis. Είναι ο δάσκαλος που τη συμβούλεψε: τελείωσε το Masters σου και βάλε το στο συρτάρι. Πρέπει να ασχοληθείς με το χορό ως δημιουργός και όχι ως θεωρητικός!
Επιστρέφοντας στην Αθήνα το 1982, διδάσκει σύγχρονο χορό σε επαγγελματικές σχολές και αρχίζει τη σταδιοδρομία της ως χορεύτρια και χορογράφος το 1984 με την ομαδική χορογραφία Κίνηση I για 14 χορευτές και το σόλο Τάμπλα, που παρουσιάστηκαν στο στούντιο χορού της Μαίρης Τούτση. Το 1985, παρουσιάζει το σόλο Τάμπλα και ένα δεύτερο σόλο με τίτλο Τοπία στο Chisenhale Dance Space, στο Λονδίνο.
Το 1986, εμφανίζεται στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης με την πρώτη της σόλο παράσταση μεγάλου μήκους Κίνηση ΙΙ-Τοπία, στην οποία συνοψίζονται οι προβληματισμοί της. Μέσα από το έργο αυτό, που γρήγορα εξελίχθηκε από χορογραφία σε αυτοσχεδιαστική παράσταση και το οποίο παρουσίαζε επί πέντε χρόνια, από το 1986 έως το 1991, διαμόρφωσε ένα προσωπικό κινητικό ιδίωμα και ενίσχυσε τη σταθερότητα της σχέσης της με τον αυτοσχεδιασμό.
Το 1987 συνθέτει τη δεύτερη σόλο παράσταση Κίνηση III - Δωμάτιο. Ο χώρος αναφοράς είναι εδώ –όπως λέει και ο τίτλος- ο κλειστός, εσωτερικός, ιδιωτικός χώρος, σε αντίθεση με την αναφορά στο χώρο της φύσης της πρώτης δουλειάς της.
Τα δύο αυτά έργα είχαν παράλληλη πορεία και για πέντε χρόνια αποτελούσαν τον πυρήνα της ατομικής δουλειάς της, σε συνδυασμό με τις συνεργασίες στη βάση του αυτοσχεδιαστικού ντούο μεγάλης διάρκειας με μουσικούς αυτοσχεδιαστές.
Το 1989 αρχίζει τη συνεργασία της με τον Ρωσο-ισραηλινό πιανίστα Vyacheslav Ganelin στο Θέατρο Κάβα της Αθήνας, συνεργασία που συνεχίζεται το 1990 και 1991 με περιοδεία στην Ελλάδα με το έργο Opus a Duo και, αργότερα, το 1996, στη Μόσχα, την Αγία Πετρούπολη και το Βίλνιους της Λιθουανίας.
Με το Γερμανό κοντραμπασίστα Peter Kowald συνεργάζεται στην παράσταση Spirit of Adventure σε περιοδείες στην Ελλάδα και τη Γεωργία το 1990 και 1991.
Τον Ιούλιο του 1990 παίρνει μέρος ως χορεύτρια στο Cecil Taylor Dance Project, στο Βερολίνο, με τη διεύθυνση του Αμερικανού πιανίστα της Free Jazz Cecil Taylor, με τον οποίο παρουσιάζει τον επόμενο χρόνο, στο Θέατρο της Ρεματιάς στο Χαλάνδρι την αυτοσχεδιαστική ντούο παράσταση Improvisation for dance and music.
Πραγματοποιεί ντούο παραστάσεις με τον Πόντιο λυράρη Ηλία Παπαδόπουλο (1988 και 1995) και τον Κρητικό λυράρη Ψαραντώνη (1996).
Τον Απρίλιο του 1994 χορογραφεί για την ομάδα της Βάσως Μπαρμπούση «Ωκυρόη» τον Χορό των Σημείων. Την ίδια χρονιά παρουσιάζει στην Αθήνα άλλες δύο χορογραφίες - παραστάσεις της, όπου χορεύει η ίδια με τη Νατάσα Αβρά: Σονατίνα και ...Σιωπή είναι το αίμα σάρκας που τραγουδάει. Τα δύο αυτά έργα στα οποία, για πρώτη φορά εμφανίζεται στη σκηνή με άλλον χορευτή επί σκηνής, προετοιμάζουν και το πέρασμά της στην ομαδική χορογραφία.
Σχεδία Ομάδα Χορού
Το 1994 ξεκινά εργαστήρια χορευτικής έρευνας, στην Ύδρα, όπου διατηρεί έναν εργαστηριακό χώρο έως το 2003, και στην Αθήνα, στη σχολή Χοροκίνηση. Καρπός των εργαστηρίων αυτών είναι η Σχεδία Ομάδα Χορού, που λειτούργησε από την άνοιξη του 1996 έως το 2004, πάντα με επίκεντρο τη χορευτική έρευνα, τον ατομικό και ομαδικό αυτοσχεδιασμό και τη διαρκή εκπαίδευση των μελών της.
Για το εγχείρημα της Σχεδίας Ομάδας Χορού, αμέσως μετά το ξεκίνημά της, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο Steve Paxton, που στη συνέχεια συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση του εκπαιδευτικού προγράμματος, αλλά και σαν δάσκαλος και σύμβουλος της ομάδας.
Δίδαξαν επίσης στα εργαστήρια και σεμινάρια της ομάδας, οι Αμερικανοί Lisa Nelson (σύνθεση) και Scott Smith (τεχνική), η Simone Forti (αυτοσχεδιασμό και λόγο), η Γιάννα Φιλιπποπούλου (τεχνική).
Ο διάσημος πιανίστας αυτοσχεδιαστής Cecil Taylor, έπαιξε καθημερινά στα εργαστήρια της ομάδας επί τρεις εβδομάδες στις αρχές του 2000.
Ο Καναδός Peter Ryan δίδαξε επανειλημμένα στην ομάδα contact improvisation και λόγο.
Μόνιμοι δάσκαλοι, εκτός από την Αναστασία Λύρα, ήταν ο Δημήτρης Καμινάρης στο κλασικό μπαλέτο και ο Γιώργος Παυλίδης στο τάι τσι.
Το πρώτο έργο της ομάδας που παρουσιάστηκε το 1996, έχει τον τίτλο Σχεδία, ο οποίος αναφέρεται στην κοινή ροή και πλεύση της κίνησης των χορευτών. Συνειδητοποιώντας, ότι η λέξη «σχεδία» εμπεριέχεται στη λέξη αυτοσχεδιασμός, η Λύρα την επέλεξε ως επωνυμία της ομάδας της.
Στις πρώτες παραστάσεις της ομάδας παίρνουν μέρος όσοι συμμετείχαν αρκετά συχνά στα εργαστήρια, ανεξάρτητα από το τεχνικό τους επίπεδο. Το γεγονός αυτό στάθηκε καθοριστικό για το ύφος της Ομάδας αλλά και την ιδεολογία της ως σχήμα δημοκρατικό, σχήμα «ανθρώπων που χορεύουν» αυτοσχεδιάζοντας και όχι σαν σχήμα με αυστηρά τεχνικό προσανατολισμό, όπου οι χορευτές είναι κατά κύριο λόγο όργανα του χορογράφου. Αυτή η γραμμή πλεύσης χαρακτηρίζει την ομάδα ακόμα και όταν αργότερα ενισχύθηκε το τεχνικό της επίπεδο και ο επαγγελματικός της χαρακτήρας.
Λίγο μετά το τέλος των πρώτων παραστάσεων της Σχεδίας, οι οργανωτές της περιοδεύουσας έκθεσης «Η τέχνη στο τέλος του 20ού αιώνα» του Μουσείου Whitney της Νέας Υόρκης, η οποία φιλοξενήθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη, ζήτησαν από την Αναστασία Λύρα να οργανώσει ένα χορευτικό θέαμα - δρώμενο μέσα στον εκθεσιακό χώρο με περιβάλλον τα έργα της έκθεσης (Σμήνη νησίδες αστερισμοί). Είναι το πρώτο της δρώμενο με χαρακτηριστικά εικαστικής εγκατάστασης. Οι ανάγκες της παρουσίασης αύξησαν τον αριθμό των μελών της ομάδας στους 19, γεγονός που καθόρισε ένα ακόμη θεμελιώδες γνώρισμά της: τον πολυάνθρωπο χαρακτήρα της.
Ένα μέρος του χορευτικού δρώμενου Σμήνη νησίδες αστερισμοί παρουσιάστηκε στον εξωτερικό χώρο της Εθνικής Πινακοθήκης. Το γεγονός αυτό θα επηρεάσει καθοριστικά τον τρόπο δουλειάς της Αναστασίας Λύρα. Ο δημόσιος χώρος της πόλης τη συναρπάζει καθώς με καταλύτη το χορευτικό δρώμενο, η ίδια η πόλη γίνεται το θέατρο / θέαμα. Αυτή είναι η λειτουργία του επόμενου δρωμένου Σχεδία Πόλις που παρουσιάστηκε στην Αθήνα, το Λονδίνο και την Αγία Πετρούπολη.
Με το πέρασμα από το σόλο στην ομαδική δουλειά, περνάει από το χορό στη σιωπή και το χορό σε συνεργασία με αυτοσχεδιαστές μουσικούς σε μια νέα φάση ως προς τη χρήση της μουσικής. Το μεγαλύτερο μέρος της εργογραφίας της Σχεδίας Ομάδας Χορού βασίζεται στην κλασική μουσική: Περσέλ, Ραβέλ, Μέντελσον, Μπραμς, Μπερλιόζ, Τσαϊκόφσκι, Ντάουλαντ στα πιο πολυάνθρωπα έργα της ομάδας αλλά και Μότσαρτ, Σούμπερτ, Φρανκ στα μικρότερα χορευτικά σχήματα.
Η πόλη ως σκηνή και ως θέατρο, εκτός από την τεράστια καλλιτεχνική σημασία που απέκτησε για την δουλειά της χορογράφου, έλυσε και ένα βασικό και βασανιστικό πρόβλημα που την απασχολούσε από το 1994: το πώς μπορεί να προσεγγίσει κανείς το κοινό στην εποχή της επικράτησης της εμπορευματοποιημένης δημοσιότητας. Με τις παραστάσεις της ομάδας της σε δημόσιους χώρους, διαπίστωσε πως πηγαίνοντας κανείς να βρει τον κόσμο εκεί που ήδη βρίσκεται, αντί να προσπαθεί να τον προσελκύσει με τη διαφήμιση, εξασφαλίζει ένα νέο κοινό, ευρύτερο, αυθόρμητο, ειλικρινές, πολυσύνθετο, συχνά ανεξειδίκευτο. Το κοινό αυτό ανταποκρίνεται με θέρμη και αμεσότητα στην προσφορά της ομάδας, η οποία δίνει έκτοτε δωρεάν πολλές παραστάσεις σε δημόσιους χώρους.
Συνοψίζοντας, τα χαρακτηριστικά της Σχεδίας Ομάδας Χορού ήταν: ο ομαδικός αυτοσχεδιασμός και η δημοκρατικότητα στη δομή της ομάδας που προκύπτει από αυτόν, τα πολυάνθρωπα χορευτικά σχήματα, η δράση στο δημόσιο χώρο της πόλης με δωρεάν παραστάσεις και η κλασσική μουσική.
Πέντε από τις μεγάλες παραγωγές της Σχεδίας που έχουν όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, σχεδιάστηκαν για να εμφανίζονται σε κυκλική σκηνή με το κοινό καθισμένο περιμετρικά και παρουσιάστηκαν αποκλειστικά σε πάρκα και πλατείες: Πέντε χοροί του Μωρίς Ραβέλ (1997), Δάφνις και Χλόη (1998), Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας (1999), Ιδανικός Χορός (2000) και Μπερλιόζ και Μπαχ (2003).
Παράλληλα με την έντονα εξωστρεφή δραστηριότητα που περιγράφουν τα παραπάνω, η Σχεδία Ομάδα Χορού παρουσίασε πολλά μικρότερα χορευτικά σχήματα σε μικρότερους εσωτερικούς θεατρικούς χώρους με τη ονομασία-ομπρέλλα Σχεδιαστήριο.
Σε αυτές τις πιο εργαστηριακές παρουσιάσεις, συνεργάστηκαν με την ομάδα η Δόμνα Σαμίου, ο Steve Paxton και Sara Rudner σε παραστάσεις όπου η ομάδα τους πλαισίωσε.
Το 2004 η Σχεδία Ομάδα χορού παρουσίασε την παράσταση Ρωμαίος και Ιουλιέτα εγκαινιάζοντας τον υπαίθριο χώρο του μελλοντικού Μικροσκοπικού Θεάτρου.
Περισσότερα για τις παραστάσεις της Σχεδίας Ομάδας Χορού.
Το Μικροσκοπικό Θέατρο
Η σόλο παράσταση - εγκατάσταση Tu Αmor Revolucionario, το 2008, εγκαινιάζει το Μικροσκοπικό Θέατρο, έναν χώρο που σχεδίασε και επιμελήθηκε η ίδια. Οι ιδιαιτερότητες του χώρου αυτού, το μικρό μέγεθος και η αρχαιότητά του, καθορίζουν και το χαρακτήρα των έργων που έπονται.
Πρόκειται για έναν ουσιαστικά αρχαίο χώρο που προέκυψε από εκσκαφή στα θεμέλια ενός πλακιώτικου σπιτιού. Η τοιχοποιία που ορίζει το χώρο του θεάτρου έχει ηλικία 2.000 ετών.
Η ονομασία του θεάτρου αναφέρεται στο μέγεθος του χώρου αλλά και στην αναλυτική διάθεση που εμπνέει η ασυνήθιστα μικρή απόσταση από το σώμα του χορευτή - performer, «σαν να βάζουμε την εμπειρία της κίνησης κάτω από το μικροσκόπιο».
Στο Μικροσκοπικό Θέατρο, η Αναστασία Λύρα επεξεργάζεται και διερευνά με τους συνεργάτες της τις δυναμικές που προκύπτουν ανάμεσα στο Χρόνο, το Χώρο και το Σώμα υπό την καταλυτική παρουσία της αρχαίας τοιχοποιίας που προσδιορίζει τη σκηνή.
Ως μέσο διαφοροποίησης του χώρου και με αφορμή το περιορισμένο μέγεθός του, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στο οριζόντιο επίπεδο και στην κίνηση που εκτελείται πολύ κοντά στο επίπεδο του δαπέδου. Αυτό καθιστά τη σκηνή και τη δράση πάνω σε αυτή ένα είδος «κάτοψης» του έργου, ακριβώς όπως συμβαίνει στην οπτική του μικροσκοπίου.
Η ιδιαιτερότητα του χώρου εμπνέει επίσης και τη χρήση του στοιχείου της περιστροφής, ως μέσο πύκνωσης-συστολής του χώρου αλλά και του χρόνου.
Περισσότερα για τις παραστάσεις στο Μικροσκοπικό Θέατρο.